Η παρουσία όζου ή όζων στον θυρεοειδή αδένα είναι ένα σχετικά σύνηθες περιστατικό. Η κύρια πρόκληση είναι η σωστή διαφορική διάγνωση και η σωστή αντιμετώπιση των όζων που μπορεί να είναι βλαπτικοί για την υγεία.
Βασικοί παράγοντες που σχετίζονται με την ύπαρξη των όζων είναι: η κληρονομικότητα, το ιστορικό ακτινοβολίας στην περιοχή, η ηλικία ( αυξημένη συχνότητα σε μεγαλύτερες ηλικίες), μεγαλύτερη συχνότητα εμφάνισης σε γυναίκες, πιο συχνή σε πληθυσμούς με χαμηλή πρόσληψη ιωδίου.
Η κλινική αυτή οντότητα μπορεί να είναι καλοήθης ή κακοήθης, να έχει συμπτώματα που σχετίζονται με την διόγκωση του θυρεοειδούς, να συνοδεύεται από θυρεοειδίτιδα και διαταραχές της λειτουργίας του θυρεοειδούς, ενώ κάποιες φορές είναι τυχαίο εύρημα σε εξετάσεις χωρίς να υπάρχουν άλλες κλινικές εκδηλώσεις.
Η διερεύνηση του όζου ή των όζων γίνεται με: κλινική εξέταση, εργαστηριακές αιματολογικές εξετάσεις, υπέρηχο τραχήλου, FNA (βιοψία του όζου με λεπτή βελόνη), σπινθηρογράφημα θυρεοειδούς. Αυτά τα διαγνωστικά εργαλεία είναι στις περισσότερες φορές αρκετά για να έχουμε μια σωστή διάγνωση. Σε λίγες περιπτώσεις μπορεί να χρειαστεί επιπλέον απεικόνιση με χρήση αξονικού , μαγνητικού τομογράφου.
Σε γενικές γραμμές κρίνεται σκόπιμη η χειρουργική επέμβαση όταν: 1) υπάρχουν ενδείξεις ή υποψία για κακοήθεια από τα αποτελέσματα εξετάσεων, 2) υπάρχει υπερθυρεοειδισμός που δεν βελτιώνεται με τη λήψη συντηρητικής αγωγής, 3) έντονα κλινικά συμπτώματα (δυσφαγία, πόνος, μεταβολή της φωνής) που προκαλούνται από έναν θυρεοειδή αδένα που διογκώνεται και πιέζει παραπλήσιες ανατομικές δομές. 4) συμβαίνει ενδοθωρακική επέκταση του θυρεοειδούς, 5) υπάρχει τόσο μεγάλη διόγκωση του θυρεοειδούς που προκαλεί έντονη αισθητική αλλοίωση της περιοχής που διαταράσσει τη ζωή του ασθενούς. Τέλος θα σκεφτούμε την επέμβαση και σε ασθενείς χωρίς ύποπτα αποτελέσματα, αλλά οι οποίοι έχουν κληρονομικό ιστορικό και παρελθόντα επεισόδια ακτινοβολίας της περιοχής.