Η χολαγγειίτιδα συνιστά οξεία φλεγμονή των χοληφόρων οδών. Οι χοληφόρες οδοί περιλαμβάνουν τον χοληδόχο και τον κοινό ηπατικό πόρο, τους ηπατικούς πόρους και τα μεγάλα ενδοηπατικά χολαγγεία. Η πάθηση προκύπτει συχνότερα ως απότοκο μικροβιακής λοίμωξης των χοληφόρων. Το αποτέλεσμα είναι η μερική ή ολική απόφραξη πόρων, των σωληνίσκων δηλαδή που μεταφέρουν την χολή στο έντερο. Σε περίπτωση που υφίσταται κάποιο εμπόδιο που να αποτρέπει την ομαλή μεταφορά της χολής στο έντερο, παρατηρείται σταδιακή αύξηση της ενδοαυλικής πίεσης σε όλο το δίκτυο των χοληφόρων. Επίσης, καθώς η χολή δε μπορεί να μεταφερθεί στο έντερο, εγκλωβίζεται στο εσωτερικό των χοληδόχων πόρων. Έτσι, δημιουργείται ευεργετικό περιβάλλον για τον πολλαπλασιασμό μικροβίων, τα οποία προοδευτικά εισέρχονται στην κυκλοφορία του αίματος. Η χολαγγειίτιδα αντιπροσωπεύει την πιο συχνή και ταυτόχρονα σοβαρή επιπλοκή της χοληδοχολιθίασης, δηλαδή της λιθίασης του χοληδόχου πόρου.
Γιατί εμφανίζεται η χολαγγειίτιδα
Η χολαγγειίτιδα προκύπτει εξαιτίας κάθε κατάστασης ή πάθησης που παρεμποδίζει την ομαλή μεταφορά της χολής στο έντερο. Τα πιθανότερα αίτια διακρίνονται σε καλοήθη και κακοήθη. Αρχικά, στα καλοήθη αίτια συγκαταλέγεται η απόφραξη του χοληδόχου πόρου λόγω λιθίασης (χοληδοχολιθίαση). Η χοληδοχολιθίαση προκύπτει σε περίπτωση που οι χολόλιθοι περάσουν από τον κυστικό στον χοληδόχο πόρο, ο οποίος συμβάλλει στην παροχέτευση της χολής από τη χοληδόχο κύστη στο έντερο. Η κατάσταση αυτή οδηγεί σε στάση της χολής και μικροβιακή μόλυνση. Εάν μάλιστα ο πολλαπλασιασμός των μικροβίων στο εσωτερικό του χοληδόχου πόρου είναι ιδιαίτερα εκτεταμένος σε σημείο που αυτός να γεμίσει με πύον, τότε γίνεται λόγος για οξεία πυώδη χολαγγειίτιδα.
Σε σπανιότερες περιπτώσεις, η χολαγγειίτιδα μπορεί να οφείλεται σε άλλα καλοήθη αίτια όπως η δυσλειτουργία ή στένωση του σφιγκτήρα του Oddi στο φύμα Vater, τα εκκολπώματα που ανευρίσκονται στη δεύτερη μοίρα του δωδεκαδακτύλου, η χρόνια παγκρεατίτιδα, καλοήθη νεοπλάσματα των χοληφόρων πόρων, τυχόν θρόμβοι αίματος και κάποια στένωση των χοληφόρων. Τέλος, στα κακοήθη αίτια συγκαταλέγονται ο καρκίνος των χοληφόρων πόρων, ο καρκίνος της χοληδόχου κύστης, ο καρκίνος του παγκρέατος και ο καρκίνος του δωδεκαδακτύλου.
Συμπτώματα χολαγγειίτιδας
Το κλασικό τρίπτυχο των συμπτωμάτων της χολαγγειίτιδας περιλαμβάνει ίκτερο, οξύ κοιλιακό άλγος, ιδιαίτερα στο δεξιό άνω τεταρτημόριο, και πυρετό με ρίγη. Ο ίκτερος, ή κιτρίνισμα του δέρματος και των ματιών, προκύπτει από τη συσσώρευση χολερυθρίνης λόγω απόφραξης του χοληδόχου πόρου. Η αύξηση αυτή των επιπέδων χολερυθρίνης μπορεί επίσης να μεταβάλει το χρώμα των ούρων σε σκούρο κόκκινο. Ο πόνος είναι εστιασμένος στο δεξιό άνω τεταρτημόριο της κοιλιάς, ενώ μπορεί να επεκταθεί και στο επιγάστριο ή να ακτινοβολεί και στη μέση. Πρόκειται για καθηλωτικό πόνο αυξημένης έντασης και διάρκειας, ο οποίος είναι ιδιαίτερα αισθητός κατά τις κινήσεις του σώματος. Ο πυρετός είναι ιδιαίτερα υψηλός, συνοδεύεται από ρίγη και δεν ανακουφίζεται με λήψη αντιπυρετικών φαρμάκων. Τέλος, εάν πρόκειται για οξεία πυώδη χολαγγειίτιδα, εκδηλώνονται πρόσθετα συμπτώματα όπως διανοητική σύγχυση, λήθαργος ή και σηπτικό σοκ σε ακραίες περιπτώσεις.
Επιπλοκές που καθιστούν τη χολαγγειίτιδα δυνητικά επικίνδυνη
Εάν αφεθεί χωρίς θεραπεία, η χολαγγειίτιδα μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές επιπλοκές. Αυτές οι επιπλοκές μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά τα ποσοστά νοσηρότητας και θνησιμότητας που σχετίζονται με τη νόσο. Αρχικά, τυχόν επέκταση της λοίμωξης στο ήπαρ μπορεί να προκαλέσει χολαγγειοηπατίτιδα, οδηγώντας σε δυσλειτουργία του οργάνου και ηπατική ανεπάρκεια. Επίσης, η μεταφορά των μικροβίων στην κυκλοφορία του αίματος (σήψη) συνιστά μια κρίσιμη και απειλητική για τη ζωή επιπλοκή της χολαγγειίτιδας. Τέλος, η μακροχρόνια απόφραξη του χοληδόχου πόρου μπορεί να οδηγήσει σε δευτεροπαθή χολική κίρρωση, μια χρόνια ηπατική νόσο που χαρακτηρίζεται από προοδευτική ίνωση.
Θεραπεία χολαγγειίτιδας
Η θεραπεία χολαγγειίτιδας αποτελείται από δύο σκέλη, τη χορήγηση φαρμακευτικής αγωγής για την αντιμετώπιση της λοίμωξης και τη χειρουργική διόρθωση του γενεσιουργού αίτιου με σκοπό την άρση της απόφραξης. Η αποκατάσταση της απόφραξης συνήθως επιτυγχάνεται μέσω της ενδοσκοπικής ανάδρομης χολαγγειοπαγκρεατογραφίας (ERCP), μιας επεμβατικής ενδοσκοπικής διαδικασίας που επιτρέπει την αφαίρεση αποφρακτικών αιτίων (όπως πέτρες στη χολή ή όγκους) με σκοπό την ανεμπόδιστη ροή της χολής. Σε περιπτώσεις όπου η ERCP δεν είναι εφικτή ή επιτυχής, μπορεί να εξεταστεί το ενδεχόμενο διενέργειας διαδερμικής διαηπατικής χολαγγειογραφίας (PTC) ή χειρουργικής επέμβασης. Ανάλογα με το αίτιο που προκάλεσε την πάθηση, ο Γενικός Χειρουργός Πειραιάς Δρ. Γεώργιος Γεωργίου εφαρμόζει την κατάλληλη επεμβατική ή χειρουργική τεχνική.